- κοίου
- κοῖοςmasc/neut gen sgκοῖοςmasc gen sgκοί̱ου , ποῖοςof what kind?masc/neut gen sg (ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κοίου — Κοῖος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αστερία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Τιτάνα Κοίου ή του Πόλου και της Φοίβης, αδελφή της Λητώς, μητέρα από τον Δία της Εκάτης και του Τύριου Ηρακλή. Για να αποφύγει την καταδίωξη του Δία, γκρεμίστηκε από τον ουρανό και έπεσε στη θάλασσα, όπου… … Dictionary of Greek
Λητώ — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 29 Απριλίου 1861. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 10,5 και σε απόσταση μίας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 6,78. Διεθνώς ονομάζεται Leto 68. II… … Dictionary of Greek